ΚΕΙΜΕΝΑ

ΑΡΘΡΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ

 


Το κίνημα για το στρατό τότε και τώρα
(στο Περιοδικό για το Στρατό, Άνοιξη 1983) 

 

Κείμενο του Άγι Στίνα που δημοσιεύτηκε στο «Περιοδικό για το Στρατό», άνοιξη 1983. Στις τελευταίες παραγράφους του κειμένου, ο Στίνας κάνει λόγο για την πορεία της επετείου του Πολυτεχνείου του 1982, στην οποία, εκτός των άλλων, συμμετείχαν μασκοφόροι φαντάροι κάτω από τα πανό των τότε Επιτροπών Στρατιωτών, οι οποίες εξέδιδαν το «Περιοδικό για το Στρατό» υπό τον έλεγχο των τότε Αριστερών Συσπειρώσεων.

Πρόλογος του περιοδικού: «Δημοσιεύουμε παρακάτω ένα κείμενο που μας έστειλε ο παλιός αγωνιστής Άγις Στίνας και που παρουσιάζει τις ιδέες του για το κίνημα των στρατιωτών, δίνοντας ταυτόχρονα μία εικόνα κάποιων παλιότερων εμπειριών».
Δ.Τ.

* * *

Αναμφισβήτητα, το πιο σημαντικό γεγονός στην πολιτική ζωή της χώρας αυτές τις μέρες, είναι το κίνημα, η προσπάθεια για τη συνδικαλιστική οργάνωση των στρατιωτών. Το φαινόμενο, παρ’ όλο ότι πρόκειται για ένα από τα πιο γνήσια δημοκρατικά δικαιώματα, δεν έχει το προηγούμενό του στη χώρα μας, ούτε σαν προσπάθεια ούτε σαν ιδέα ούτε σαν σκέψη ούτε σαν τάση μέσα στο ΚΚΕ, όταν αυτό πριν πολλά χρόνια και για πολύ μικρό διάστημα ήταν ένα προλεταριακό επαναστατικό κόμμα.

Αυτό που ξέραμε, που ζήσαμε και που γνωρίσαμε περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, ήταν οι Στρατιωτικοί Σύνδεσμοι, οργανώσεις δηλαδή αξιωματικών που αποκλειστικό σκοπό τους είχαν την υπεράσπιση της εκμεταλλευτικής κοινωνίας, της οποίας αποτελούν εξαιρετικά προνομιούχο κοινωνικό στρώμα.

Στρατιωτική επαναστατική οργάνωση είχε δημιουργηθεί στο Μικρασιατικό Μέτωπο το 1921-22.Υπήρχε μία Κεντρική Επιτροπή, της οποίας το κύριο στέλεχος ήταν ο Παντελής Πουλιόπουλος. Υπήρχαν συγκροτημένες ομάδες σε όλες σχεδόν τις στρατιωτικές μονάδες, που συνδέονταν με αυτή την Κ.Ε. Αυτή η οργάνωση είχε αναπτύξει μια πολύ σοβαρή αντιπολεμική και αντιμιλιταριστική δράση σ’ όλο το μέτωπο.

Η αλήθεια είναι ότι δεν υπήρχε τότε καμιά οργανωμένη αστυνόμευση εκ μέρους του κράτους ή των στρατιωτικών αρχών. Στη Θεσσαλονίκη π.χ. μια ομάδα νέων, δίχως την άδεια της Κεντρικής ή της Περιφερειακής Επιτροπής του Κ.Κ., είχαμε αναλάβει και στέλναμε κάθε βδομάδα δέματα με προκηρύξεις, μπροσούρες, «Φωνή του Εργάτη», «Ριζοσπάστη» στο μέτωπο. Τα δέματα συσκευάζονταν κανονικά και παραδίνονταν στο ταχυδρομείο με διεύθυνση «Ραούλ Αυγέρη Ρ.Ρ. Σμύρνη» και αποστολέα αυτόν που τα έστελνε. Η μόνη «αστυνομία» ήταν το Φρουραρχείο και η μόνη αστυνομική του δραστηριότητα ήταν να στέλνει περιπολίες τα βράδια στις ταβέρνες και στα μπορντέλα για τυχόν φασαρίες με τους φαντάρους.

Εδώ είναι ίσως απαραίτητη μια παρατήρηση: Η θέση της Κομμουνιστικής Διεθνούς για υποστήριξη στον Κεμάλ δυσκόλευε τη δική μας προπαγάνδα και την απήχησή της στις μάζες. Τα σωστά για μας συνθήματα, που σωστά θα εξέφραζαν το περιεχόμενο του αγώνα έπρεπε να ήταν: Συναδέλφωση του Ελληνικού και Τουρκικού στρατού και κοινή πάλη όλων των εργαζομένων ανεξάρτητα από εθνικότητα, θρησκεία, χρώμα, για την ανατροπή του Καπιταλισμού και τη δημοκρατία των εργατικών συμβουλίων.

Οργανώσεις στο στρατό είχε το Κ.Κ.Ε. και κατόπιν, τουλάχιστον μέχρι τότες που ξέρω, που ανήκα και εγώ σε αυτό. Μέχρι τότες δηλαδή που η Κ.Δ. με ένα ουκάζιο καθήρεσε τα διοικητικά όργανα που είχε εκλέξει το 4ο Συνέδριο και διόρισε τον Ζαχαριάδη αρχηγό, τίτλο άγνωστο μέχρι τότε στο Κ.Κ., με απεριόριστες εξουσίες. Υπήρχε ένα τριαδικά οργανωμένο σύστημα, τέτοιο που κι αν πιάνανε μερικούς και αυτοί σπάζανε, να μην ξέρουν παρά έναν πολύ περιορισμένο αριθμό μελών. Την στρατιωτική οργάνωση διεύθυνε μια τριμελής επιτροπή από τον γραμματέα του Κ.Κ., τον γραμματέα της Νεολαίας και έναν που είχε την άμεση επαφή και την ευθύνη για την στρατιωτική οργάνωση. Αυτός το 1928-29 ήταν στη Μακεδονία ο Μάρκος Βαφειάδης και όταν τον πιάσανε, ο Ηλίας Καράς. Βγάζαμε πολυγραφημένα και κυκλοφορούσαν αρκετά πλατειά στο στρατό τον «Κόκκινο Φαντάρο», τον «Κόκκινο Ιππέα» κ.λπ. Κάθε κλήση μιας κλάσης κυκλοφορούσε ο «Κληρωτός», έντυπη 6σέλιδη εφημερίδα, φυσικά παράνομη.

Αλλά και αυτή η στρατιωτική οργάνωση ήταν μια κομματική-πολιτική οργάνωση που διέδιδε την πολιτική του Κ.Κ.Ε. και επηρέαζε ή κατακτούσε μέλη για το Κ.Κ. ή τη νεολαία.

Αυτό που γίνεται ή πάει να γίνει τώρα είναι εντελώς άλλο. Πρόκειται για τη συνδικαλιστική οργάνωση των στρατιωτών, οργάνωση δηλαδή που συγκεντρώνει στρατιώτες ανεξάρτητα από πολιτικές και θρησκευτικές αντιλήψεις, που ελεύθερα συζητάν και τα ιδιαίτερα δικά τους και τα γενικότερα που τους ενδιαφέρουν ζητήματα, που ελεύθερα συλλογικά αποφασίζουν και συλλογικά τα διεκδικούν. Είναι κι αυτό ένα απ’ αυτά τα δίχως προηγούμενο, που κάθε μέρα γίνονται κτήμα και συνείδηση όλο και περισσότερων νέων και εδώ και σ’ όλο τον κόσμο: αυτοοργάνωση, αυτοδιεύθυνση, αυτοθέσμιση κλπ. Δηλαδή με δυο λέξεις κάθε μέρα και περισσότερο γίνεται στους νέους συνείδηση ότι ο πρώτος όρος για μια πραγματική πάλη για την απελευθέρωσή τους από κάθε είδους καταπίεση και εκμετάλλευση είναι να αποδεσμευτούν από τις οποιεσδήποτε κηδεμονίες και να πάρουν οι ίδιοι στα χέρια τους την υπόθεσή τους.

Αυτή τη φορά, αυτό το «δίχως προηγούμενο» πάει να εκπορθήσει και να εισβάλει στο πιο στεγανό μέρος της εκμεταλλευτικής κοινωνίας: εκεί που τα ανθρώπινα πλάσματα μεταμορφώνονται σε ρομπότ.

Η προσπάθεια θα συναντήσει πολλές δυσκολίες και πολλά εμπόδια. Φυσικά δεν πρέπει αυτά να απογοητεύσουν. Αλλά και μόνον ότι οπωσδήποτε θα τεθεί αυτό σε δημόσια συζήτηση, θα είναι μια πρώτη νίκη.

Θα έχει πράγματι ενδιαφέρον να ακούσουμε τις σοφές νομικές κεφαλές της Αλλαγής να μας εξηγούν π.χ.: Τι γίνεται, πώς γίνεται και γιατί γίνεται παιδιά που χτες ήταν στα θρανία, στα χωράφια, στα εργοστάσια, που ψήφιζαν, που συμμετείχαν σε πολιτικές συζητήσεις και εκδηλώσεις, όταν ντύνονταν τη στολή του στρατιώτη να μεταμορφώνονταν απότομα σε ΡΕ. Και αυτά τα ΡΕ με ένα παράγγελμα του οποιουδήποτε Παπαδόπουλου να παίρνουν το όπλο και να σκοτώνουν όποιους τους διατάξει αυτός. Συνήθως τον πατέρα τους, τα αδέλφια τους, τους φίλους τους, τους χθεσινούς συμμαθητές τους. Γιατί να μην έχουνε και οι στρατιώτες το δικαίωμα να ρωτήσουν και να μάθουν: Πού πάμε; Ποιόν πάμε να σκοτώσουμε και γιατί;

Οι Στρατιωτικοί Σύνδεσμοι είναι παράνομοι, οι Στρατιωτικοί που οργανώνουν πραξικοπήματα είναι «επίορκοι». Αλλά οι στρατιώτες γιατί να πειθαρχούν σ’ αυτούς; Αυτό απαιτεί η στρατιωτική πειθαρχία.

Γιατί το Στρατιωτικό καθεστώς να είναι ίδιο και όμοιο και στη Μοναρχία και στη Συνταγματική Μοναρχία και στη Βασιλεία και στην Προεδρική Δημοκρατία και στη «Σοσιαλιστική Δημοκρατία»;

Λένε και γράφουν ότι η ελευθερία και η δημοκρατία στηρίζονται στη συνείδηση του λαού. Γιατί αυτή η συνείδηση μπαίνει στο γύψο όταν ο πολίτης γίνει στρατιώτης; Τι είναι το Κράτος;

Αυτά και πολλά άλλα σαν κι αυτά πρέπει να γίνουν αντικείμενα ελεύθερης συζήτησης μέσα στις μάζες.

Δυο λέξεις για την πορεία: Οι μασκοφόροι στρατιώτες βρίσκονταν στο μπλοκ που έπρεπε να βρίσκονται. Πολλά απ’ αυτά τα παιδιά που ήταν γύρω τους, ήταν οι πιο γενναίοι μαχητές του Πολυτεχνείου. Πολλοί έχουν ακόμα τα σημάδια από τις σφαίρες και τα γκλομπ. Αυτό ήταν το τελευταίο τμήμα της πορείας, το πιο ανεπιθύμητο στους «οργανωτές» και τους «υπεύθυνους». Μπροστά βάδιζαν καμαρωτοί και υπερήφανοι οι ηγέτες του λαού, υπουργοί, βουλευτές, δήμαρχοι, αρχηγοί κομμάτων, φορείς «μαζικών» οργανώσεων κ.λπ. Η τηλεόραση τους παρουσίαζε ιδιαιτέρως, κάνοντας γνωστά τα ονόματά τους, όταν συγκινημένοι μέχρι δακρύων και σε στάση προσοχής καταθέτανε στεφάνια στη μνήμη των νεκρών.

Κι όμως εκείνοι που βρίσκονταν στους δρόμους και αντιμετώπιζαν με τα γυμνά τους στήθη την Αστυνομία και τα Τανκς, εκείνες τις μεγάλες και τραγικές ώρες και μέρες, ξέρανε ότι όλοι αυτοί οι τιμώμενοι κύριοι τρέμανε τότες την εξέγερση περισσότερο απ’ ό,τι την έτρεμαν ο Παπαδόπουλος και ο Ιωαννίδης και για τους ίδιους λόγους.

Δεκέμβρης 1982